9/8/10

ΑΠΑΡΑΔΕΚΤΕΣ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΕΙΣΑΓΟΥΝ ΑΠΙΘΑΝΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ



Περιοδικό "Πυροσβεστικό Γίγνεσθαι"τεύχος 40 - Μάιος/Ιούνιος 2010

7/8/10

Μεταρρύθμιση Συνταξιοδοτικού Συστήματος του Δημοσίου και συναφείς διατάξεις. Τα άρθρα 20-22 αφορούν τους ΄Ενστολους

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ
ΒΑΣΙΚΕΣ ΣΥΝΤΑΞΙΟΔΟΤΙΚΕΣ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ
Άρθρο 1
Εγγυήσεις - Εννοιολογικοί προσδιορισμοί
1. Το Δημόσιο εγγυάται τη βιωσιμότητα του συνταξιο-
δοτικού συστήματος της χώρας με σκοπό τη διασφάλιση
αξιοπρεπούς σύνταξης για κάθε δικαιούχο.
2. Βασική σύνταξη: Το ποσό της σύνταξης που δεν α-
ναλογεί σε ασφαλιστικές εισφορές και χορηγείται μετά
την 1.1.2015 με τις προϋποθέσεις που ορίζει ο νόμος αυ-
τός.
3. Αναλογική σύνταξη: Το ποσό της σύνταξης που ανα-
λογεί στις ασφαλιστικές εισφορές που καταβάλλουν για
το χρόνο ασφάλισης, που διανύεται από 1.1.2011 και ε-
φεξής, οι τακτικοί και μετακλητοί υπάλληλοι και λειτουρ-
γοί του Δημοσίου, οι τακτικοί και μετακλητοί υπάλληλοι
της Βουλής, των Ν.Π.Δ.Δ. και των Ο.Τ.Α. α’ και β’ βαθμί-
δας, οι ιερείς και οι υπάλληλοι των εκκλησιαστικών νομι-
κών προσώπων δημοσίου δικαίου, καθώς και οι στρατιω-
τικοί, που θεμελιώνουν δικαίωμα σύνταξης μετά την
1.1.2015 στο Δημόσιο ή σε φορείς κύριας ασφάλισης.
Άρθρο 2
Ασφαλιστικό καθεστώς προσλαμβανόμενων
στο Δημόσιο από 1.1.2011
1.α. Οι τακτικοί και μετακλητοί υπάλληλοι και λειτουρ-
γοί του Δημοσίου, τακτικοί και μετακλητοί υπάλληλοι
της Βουλής, των Ν.Π.Δ.Δ. και των Ο.Τ.Α. α΄ και β΄ βαθμί-
δας, καθώς και οι ιερείς και οι υπάλληλοι των εκκλησια-
στικών νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, που προ-
σλαμβάνονται για πρώτη φορά από 1.1.2011 και μετά, υ-
πάγονται υποχρεωτικά και αυτοδίκαια στον κλάδο κύ-
ριας σύνταξης του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ.
β. Τα ανωτέρω πρόσωπα ασφαλίζονται για ασθένεια,
επικουρική σύνταξη και εφάπαξ βοήθημα στους οικείους
φορείς, στους οποίους υπάγονται όσοι από αυτούς έ-
χουν ασφαλισθεί για πρώτη φορά από 1.1.1993 και μετά
στο Δημόσιο ή σε φορείς κύριας ασφάλισης.
2. Οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου εφαρ-
μόζονται και για τους στρατιωτικούς που κατατάσσονται
από 1.1.2011 και μετά, εξαιρουμένων των στρατευσίμων
παθόντων οπλιτών στην υπηρεσία και ένεκα ταύτης.
3. Οι διατάξεις: α) του ν.1897/1990 (ΦΕΚ 120 Α΄), β)
της παρ. 15 του άρθρου 9 και της παρ.17 του άρθρου 34
του π.δ.169/2007 (Κώδικας Πολιτικών και Στρατιωτικών
Συντάξεων - ΦΕΚ 210 Α΄) και γ) με βάση τις οποίες υπο-
λογίζεται η σύνταξη όσων καθίστανται ανάπηροι εξαι-
τίας της υπηρεσίας και ένεκα ταύτης, κατά το μέρος που
αφορούν τον υπολογισμό της σύνταξης των προσώπων
που υπάγονται σε αυτές, εξακολουθούν να ισχύουν και
μετά την υπαγωγή των προσώπων που αναφέρονται στις
παραγράφους 1 και 2 στον κλάδο κύριας σύνταξης του
ΙΚΑ-ΕΤΑΜ.
4. Oι τακτικοί και μετακλητοί υπάλληλοι και λειτουργοί
του Δημοσίου, τακτικοί και μετακλητοί υπάλληλοι της
Βουλής, των Ν.Π.Δ.Δ. και των Ο.Τ.Α. α΄ και β΄ βαθμίδας,
καθώς και οι ιερείς και οι υπάλληλοι των εκκλησιαστικών
νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου που υπηρετούν ή
θα προσληφθούν μέχρι 31.12.2010 μπορούν να επιλέ-
ξουν προαιρετικά την υπαγωγή τους στο ΙΚΑ-ΕΤΑΜ από
την ημερομηνία δημοσίευσης του νόμου αυτού. Με κοινή
απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας και
Κοινωνικής Ασφάλισης μπορεί να καθορίζονται οι λεπτο-
μέρειες εφαρμογής του προηγούμενου εδαφίου.
Άρθρο 3Βασική σύνταξη
1. Από 1.1.2015 και εφεξής καθιερώνεται, για τους υ-
ΒΟΥΛΗ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ
Πρωτ. Από τα επίσημα Πρακτικά της ΡΞΗ΄, 16 Ιουλίου 2010,
Αριθ. Συνεδρίασης της Ολομέλειας της Βουλής, στην οποία
Διεκπ. ψηφίστηκε το παρακάτω σχέδιο νόμου:
Μεταρρύθμιση Συνταξιοδοτικού Συστήματος του Δημοσίου και συναφείς διατάξεις
παγόμενους στο συνταξιοδοτικό καθεστώς του Δημοσί-
ου, βασική σύνταξη. Το ύψος της βασικής σύνταξης για
το έτος 2010 καθορίζεται στο ποσό των τριακοσίων εξή-
ντα ευρώ (360,00 €) μηνιαίως για 12 μήνες και αναπρο-
σαρμόζεται σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 1 του άρ-
θρου 7 του νόμου αυτού.
2. Την ανωτέρω βασική σύνταξη δικαιούνται:
α. Τα πρόσωπα των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 1,
ανεξαρτήτως χρόνου υπαγωγής στην ασφάλιση, που θε-
μελιώνουν συνταξιοδοτικό δικαίωμα από την 1.1.2015
και εφεξής. Η βασική σύνταξη καταβάλλεται από την η-
μερομηνία έναρξης της συνταξιοδότησής τους. Για ό-
σους η σύνταξη, σύμφωνα με το άρθρο 4 του κεφαλαίου
αυτού, αποτελεί άθροισμα δύο τμημάτων, η βασική σύ-
νταξη υπολογίζεται αναλογικά με βάση τα έτη ασφάλι-
σης από 1.1.2011 και εφεξής προς το συνολικό χρόνο α-
σφάλισης.
β. Το ποσό της βασικής σύνταξης μειώνεται αναλόγως
όταν η σύνταξη καταβάλλεται μειωμένη, σύμφωνα με τις
διατάξεις της περ. β΄ της παρ. 2 του άρθρου 56 του π.δ.
169/2007 (ΦΕΚ 210 Α΄) και της παρ. 7 του άρθρου 19 του
ν. 2084/1992 (ΦΕΚ 165 Α΄), καθώς και όταν μεταβιβάζε-
ται η σύνταξη λόγω θανάτου.
γ. Η μείωση της βασικής σύνταξης προκειμένου για τα
πρόσωπα που λαμβάνουν μειωμένη σύνταξη, σύμφωνα
με τις διατάξεις της περ. β΄ της παρ. 2 του άρθρου 56
του π.δ. 169/2007 και της παρ. 7 του άρθρου 19 του ν.
2084/1992, ανέρχεται σε 1/200 για κάθε μήνα που υπο-
λείπεται για τη συμπλήρωση του ορίου ηλικίας πλήρους
συνταξιοδότησης.
δ. Η βασική σύνταξη των προσώπων του τέταρτου ε-
δαφίου της περ. α΄ της παρ. 1 του άρθρου 1 και του τέ-
ταρτου εδαφίου της παρ. 1 του άρθρου 26 του π.δ.
169/2007 και όσων από τα παραπάνω πρόσωπα υπάγο-
νται στις διατάξεις του ν. 2084/1992, καθώς και των προ-
σώπων στα οποία καταβάλλεται σύνταξη λόγω αναπη-
ρίας, δεν μειώνεται ανεξαρτήτου ορίου ηλικίας.
ε. Όταν χορηγείται σύνταξη λόγω θανάτου, το ποσό
της βασικής σύνταξης προσδιορίζεται για τον επιζώντα
σύζυγο και κάθε συνδικαιούχο πρόσωπο, με βάση το πο-
σοστό της σύνταξης που δικαιούται καθένας από αυ-
τούς, σύμφωνα με τις οικείες διατάξεις του π.δ.
169/2007 και του ν. 2084/1992.
Προκειμένου για τέκνα, η βασική σύνταξη καταβάλλε-
ται για όσο χρόνο δικαιούνται σύνταξη σύμφωνα με τις
οικείες διατάξεις της συνταξιοδοτικής νομοθεσίας του
Δημοσίου, μετά δε τη διακοπή της συνταξιοδότησής
τους, το ποσοστό της βασικής σύνταξης που δικαιού-
νταν προσαυξάνει ανάλογα το μερίδιο σύνταξης των
λοιπών συνδικαιούχων προσώπων.
Εάν κάποιο από τα πρόσωπα της περίπτωσης αυτής
λαμβάνει σύνταξη και από ίδιο δικαίωμα ή περισσότερες
από μία κύριες συντάξεις λόγω θανάτου, από το Δημό-
σιο ή οποιονδήποτε ασφαλιστικό φορέα, δικαιούται βα-
σική σύνταξη για την εξ ιδίου δικαιώματος σύνταξη ή για
τη μεγαλύτερη από τις συντάξεις λόγω θανάτου.
στ. Προκειμένου για συνταξιούχους εξ ιδίου δικαιώμα-
τος με περισσότερες της μιας συντάξεις χορηγείται μία
βασική σύνταξη. Στους συνταξιούχους ή δικαιούχους
μιας πλήρους και μιας μειωμένης σε ποσό κύριας σύντα-
ξης, καταβάλλεται η βασική σύνταξη κατά πλήρες ποσό
από τον φορέα που χορηγεί την πλήρη σύνταξη.
3. Την ανωτέρω βασική σύνταξη δικαιούνται όσοι δεν
έχουν συμπληρώσει 15 έτη ασφάλισης στο Δημόσιο, ε-
φόσον πληρούν αθροιστικά τα παρακάτω κριτήρια:
α) έχουν συμπληρώσει το 65ο έτος της ηλικίας τους,
β) το ατομικό και το οικογενειακό τους εισόδημα από
οποιαδήποτε πηγή, κατά το προηγούμενο οικονομικό έ-
τος, δεν υπερβαίνουν το ποσό των πέντε χιλιάδων σαρά-
ντα ευρώ (5.040 €) και δέκα χιλιάδων ογδόντα ευρώ
(10.080 €) αντίστοιχα. Τα ανωτέρω ποσά ανακαθορίζο-
νται κατά το ποσοστό αναπροσαρμογής της βασικής σύ-
νταξης,
γ) διαμένουν μόνιμα στην Ελλάδα για τουλάχιστον δε-
καπέντε (15) έτη μεταξύ του 15ου και του 65ου έτους
της ηλικίας τους. Η μόνιμη διαμονή αποδεικνύεται με τη
διαδικασία που προβλέπεται για τη χορήγηση άδειας
διαμονής στους πολίτες τρίτων χωρών.
Το ύψος της βασικής σύνταξης είναι πλήρες για όσους
πληρούν αθροιστικά τα ανωτέρω κριτήρια και έχουν συ-
μπληρώσει στη χώρα τουλάχιστον τριάντα πέντε (35)
πλήρη έτη μόνιμης διαμονής και μειώνεται κατά 1/35 για
καθένα έτος που υπολείπεται των τριάντα πέντε (35) ε-
τών διαμονής. Η βασική σύνταξη στην κατηγορία αυτή
των δικαιούχων δεν μεταβιβάζεται. Αρμόδιος φορέας
καταβολής της βασικής σύνταξης είναι ο φορέας που κα-
ταβάλλει το αναλογικό ποσό της σύνταξης.
4. η εφαρμογή της προηγούμενης παραγράφου γίνεται
με την επιφύλαξη των ρυθμίσεων περί προστασίας των
πολιτών των κρατών - μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
καθώς και των σχετικών συμβάσεων που έχει κυρώσει η
Ελλάδα.
Άρθρο 4
Αναλογικό ποσό σύνταξης
1. Το αναλογικό ποσό σύνταξης υπολογίζεται για κάθε
πλήρες έτος ασφάλισης, με βάση ποσοστά επί των συ-
ντάξιμων αποδοχών, τα οποία καθορίζονται ως εξής:
ΕΤΗ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΕΤΗΣΙΟ ΠΟΣΟΣΤΟ
ΑΝΑΠΛΗΡΩΣΗΣ ΓΙΑ ΟΛΟ
ΤΟΝ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΟ ΒΙΟ
ΑΠΟ ΕΩΣ ΒΑΣΕΙ ΤΗΣ ΚΛΙΜΑΚΑΣ
1 15 0,80%
16 18 0,86%
19 21 0,92%
22 24 0,99%
25 27 1,06%
28 30 1,14%
31 33 1,22%
34 36 1,31%
37 39 1,40%
40 50 1,50%
Το τελικό ποσό σύνταξης καθορίζεται για όλα τα έτη
με βάση το συντελεστή που αντιστοιχεί στο τελευταίο
πλήρες έτος ασφάλισης.
2. Ως μηνιαίες συντάξιμες αποδοχές, για τον υπολογι-
σμό της αναλογικής σύνταξης λαμβάνεται υπόψη το πη-
λίκο της διαίρεσης του συνόλου των μηνιαίων ασφαλι-
στέων αποδοχών που έλαβε ο υπάλληλος καθ’ όλη τη
διάρκεια του εργασιακού του βίου, πλην των αποδοχών
του μήνα κατά τον οποίο υποβάλλεται η αίτηση συντα-
ξιοδότησης και επί των οποίων καταβλήθηκαν ασφαλι-
στικές εισφορές, χωρίς τον υπολογισμό των τρίμηνων α-
ποδοχών, των δώρων εορτών και επιδόματος αδείας, δια
του αριθμού των μηνών υπηρεσίας που έχει πραγματο-
ποιήσει ο υπάλληλος εντός της χρονικής αυτής περιό-
δου. Για τον προσδιορισμό των παραπάνω ασφαλιστέων
αποδοχών, οι αποδοχές του υπαλλήλου, για κάθε ημερο-
λογιακό έτος, πλην των ασφαλιστέων αποδοχών του τε-
λευταίου έτους ή τμήματος έτους κατά το οποίο υποβάλ-
λεται η αίτηση συνταξιοδότησης, λαμβάνονται υπόψη
αυξημένες κατά ποσοστό που καθορίζεται με τυπικό νό-
μο και με βάση τη μεταβολή του Δείκτη Τιμών Κατανα-
λωτή και συντελεστή ωρίμανσης. Για το ποσοστό της αύ-
ξησης διατυπώνουν αιτιολογημένη γνώμη εκτός από την
Ο.Κ.Ε. και η Ελληνική Στατιστική Αρχή και η Εθνική Ανα-
λογιστική Αρχή. Το τελευταίο εδάφιο της παρ. 2 του άρ-
θρου 1 του ν. 2232/ 1994 (ΦΕΚ 140 Α΄) εφαρμόζεται και
για την έκφραση γνώμης της Ελληνικής Στατιστικής Αρ-
χής και της Εθνικής Αναλογιστικής Αρχής.
3. Όσοι έχουν υπαχθεί για πρώτη φορά στην ασφάλιση
του Δημοσίου έως και 31.12.2010 και θεμελιώνουν δικαί-
ωμα σύνταξης μετά την 1.1.2015 δικαιούνται:
α) αναλογικό τμήμα σύνταξης που αντιστοιχεί στο
χρόνο ασφάλισής τους στο Δημόσιο έως 31.12.2010, το
οποίο υπολογίζεται με βάση τις οικείες διατάξεις του
π.δ. 169/2007, του ν. 2084/1992, καθώς και κάθε άλλης
γενικής ή ειδικής διάταξης, όπως αυτές ισχύουν κατά το
χρόνο συνταξιοδότησής τους,
β) αναλογικό τμήμα σύνταξης με βάση το χρόνο ασφά-
λισής τους από 1.1.2011 έως την ημερομηνία συνταξιο-
δότησής τους.
4.α. Το ποσό για το αναλογικό τμήμα της σύνταξης
των προσώπων της προηγούμενης παραγράφου, για κά-
θε πλήρες έτος ασφάλισης, υπολογίζεται σύμφωνα με
την παράγραφο 1 του άρθρου αυτού, αφού πρώτα συνυ-
πολογιστούν τα έτη ασφάλισης που έχει πραγματοποιή-
σει ο ασφαλισμένος στο Δημόσιο έως 31.12.2010, οι δε
συντάξιμες αποδοχές για τον υπολογισμό του αναλογι-
κού τμήματος της σύνταξης από 1.1.2011 και εφεξής, εί-
ναι αυτές που προσδιορίζονται από το έτος αυτό και με-
τά.
β. Ειδικά για τον υπολογισμό του αναλογικού τμήμα-
τος της σύνταξης από 1.1.2011 και μετά, των προσώπων
του τέταρτου εδαφίου της περ. α΄ της παρ. 1 των άρ-
θρων 1 και 26 του π.δ. 169/2007 και όσων από τα παρα-
πάνω πρόσωπα υπάγονται στις διατάξεις του ν.
2084/1992, που θεμελιώνουν δικαίωμα σύνταξης μετά
την 1.1.2015, λαμβάνεται υπόψη το ποσοστό αναπλήρω-
σης που αντιστοιχεί στα 35 έτη ασφάλισης, σύμφωνα με
τον πίνακα της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού.
5. Ειδικά για όσους θεμελιώνουν δικαίωμα σύνταξης
πριν την 1.1.2015 το τμήμα της μηνιαίας σύνταξης που
αντιστοιχεί σε κάθε έτος ασφάλισης από 1.1.2013 και ε-
φεξής δεν μπορεί να υπερβαίνει το 2% των μηνιαίων συ-
ντάξιμων αποδοχών, όπως αυτές προβλέπονται από τις
οικείες διατάξεις του π.δ. 169/2007, του ν. 2084/1992,
καθώς και κάθε άλλης γενικής ή ειδικής διάταξης, κατά
περίπτωση, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρ-
θρου 11 του νόμου αυτού και της παρ. 7 του άρθρου μό-
νου του ν. 3847/2010 (ΦΕΚ 67 Α΄).
6. Οι δικαιούχοι και το ποσό σύνταξης λόγω θανάτου
ορίζονται σύμφωνα με τις οικείες διατάξεις της συντα-
ξιοδοτικής νομοθεσίας του Δημοσίου, καθώς και τις δια-
τάξεις του παρόντος νόμου.
7. Οι διατάξεις του άρθρου 3 και αυτού του άρθρου δεν
έχουν εφαρμογή για τους στρατεύσιμους οπλίτες ανα-
πήρους ειρηνικής περιόδου των οποίων η σύνταξη εξα-
κολουθεί να υπολογίζεται σύμφωνα με τις οικείες διατά-
ξεις της συνταξιοδοτικής νομοθεσίας του Δημοσίου, κα-
τά περίπτωση, όπως αυτές ισχύουν κατά την ημερομηνία
έναρξης ισχύος του παρόντος νόμου.
8. Για τον υπολογισμό της σύνταξης των προσώπων
που υπάγονται στις διατάξεις: α) του ν. 1897/1990, β) της
παρ. 15 του άρθρου 9 και της παρ. 17 του άρθρου 34 του
π.δ. 169/2007, καθώς και των προσώπων που καθίστα-
νται ανάπηροι εξαιτίας της υπηρεσίας και ένεκα ταύτης,
τα οποία έχουν προσληφθεί στο Δημόσιο ή καταταγεί
μέχρι 31.12.2010, εξακολουθούν να ισχύουν οι οικείες
διατάξεις της συνταξιοδοτικής νομοθεσίας του Δημοσί-
ου, καθώς και κάθε άλλη γενική ή ειδική διάταξη, όπως
αυτές ισχύουν κατά την ημερομηνία δημοσίευσης του
νόμου αυτού.
9. Για θέματα που δεν ρυθμίζονται από τις διατάξεις
του άρθρου αυτού έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του π.δ.
169/2007, του ν. 2084/1992, καθώς και κάθε άλλης γενι-
κής ή ειδικής διάταξης, κατά περίπτωση, όπως ισχύουν,
κατά την ημερομηνία δημοσίευσης του νόμου αυτού.
10. Οι διατάξεις του άρθρου 5 του ν. 3863/2010 (ΦΕΚ
115 Α΄) περί διαδοχικής ασφάλισης, έχουν εφαρμογή
και για όσους υπάγονται στο συνταξιοδοτικό καθεστώς
του Δημοσίου.
Άρθρο 5
Πιστοποίηση αναπηρίας
1. Μετά τη δημιουργία του Κέντρου Πιστοποίησης Α-
ναπηρίας (ΚΕ.Π.Α.), από 1.1.2011 και την κατάργηση
σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 6 του ν. 3863/2010
(ΦΕΚ 115 Α΄) εξακολουθούν να ισχύουν οι διατάξεις της
συνταξιοδοτικής νομοθεσίας του Δημοσίου, που προ-
βλέπουν δικαιοδοσία των Ανωτάτων Υγειονομικών Επι-
τροπών, Στρατού (Α.Σ.Υ.Ε.), Ναυτικού (Α.Ν.Υ.Ε.), Αερο-
πορίας (Α.Α.Υ.Ε.), της Ανώτατης Υγειονομικής Επιτρο-
πής της Ελληνικής Αστυνομίας, καθώς και των επιτρο-
πών απαλλαγών και των τριμελών εξ ιατρών επιτροπών.
2. Το ποσοστό αναπηρίας, που συνεπάγεται κάθε πά-
θηση ή βλάβη ή σωματική ή ψυχική ή πνευματική εξασθέ-
νιση ή η συνδυασμένη εμφάνιση τέτοιων παθήσεων ή
βλαβών ή εξασθενήσεων, καθώς και οι υποτροπές αυ-
τών, προκαθορίζεται για το Δημόσιο και τους ασφαλιστι-
κούς φορείς με εκατοστιαία αναλογία στον Ενιαίο Κανο-
νισμό Προσδιορισμού Ποσοστού Αναπηρίας, σύμφωνα
με τις διατάξεις του άρθρου 7 του ν. 3863/2010 (ΦΕΚ 115
Α΄).
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ
ΛΟΙΠΕΣ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΕΣ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ
Άρθρο 6
Όρια ηλικίας συνταξιοδότησης - Εξίσωση ορίων
ηλικίας συνταξιοδότησης ανδρών και γυναικών
υπαλλήλων του Δημοσίου
1.α. Το δεύτερο εδάφιο της περ. α΄ της παρ. 1 του άρ-
θρου 1 του π.δ. 169/2007 (ΦΕΚ 210 Α΄), καταργείται από
1.1.2011 και οι διατάξεις του τρίτου εδαφίου της ίδιας
περίπτωσης αντικαθίστανται, από 1.1.2011, ως εξής:
«Κατ’ εξαίρεση για τους υπαλλήλους που έχουν τρία
τουλάχιστον παιδιά αρκεί η συμπλήρωση εικοσαετούς
πλήρους πραγματικής συντάξιμης υπηρεσίας μέχρι την
31η Δεκεμβρίου 2010 η οποία αυξάνεται κατά ένα (1) έ-
τος για όσους συμπληρώνουν την εικοσαετία εντός του
έτους 2011 και για όσους συμπληρώνουν την εικοσαετία
από 1.1.2012 και μετά, κατά δύο (2) έτη για κάθε ημερο-
λογιακό έτος και μέχρι τη συμπλήρωση είκοσι πέντε (25)
ετών πλήρους πραγματικής συντάξιμης υπηρεσίας, ανε-
ξάρτητα από το χρόνο πρόσληψής τους.»
β. Το δεύτερο εδάφιο της περ. α΄ της παρ. 1 του άρ-
θρου 26 του π.δ. 169/2007 (ΦΕΚ 210 Α΄) καταργείται από
1.1.2011 και οι διατάξεις του τρίτου εδαφίου της ίδιας
περίπτωσης αντικαθίστανται, από 1.1.2011, ως εξής:
«Κατ’ εξαίρεση για τους στρατιωτικούς γενικά, που έ-
χουν τρία τουλάχιστον παιδιά αρκεί η συμπλήρωση εικο-
σαετούς πλήρους πραγματικής συντάξιμης υπηρεσίας
μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2010, η οποία αυξάνεται κατά
ένα (1) έτος για όσους συμπληρώνουν την εικοσαετία ε-
ντός του έτους 2011 και για όσους συμπληρώνουν την
εικοσαετία από 1.1.2012 και μετά, κατά δύο (2) έτη για
κάθε ημερολογιακό έτος και μέχρι τη συμπλήρωση είκο-
σι πέντε (25) ετών πλήρους πραγματικής συντάξιμης υ-
πηρεσίας, ανεξάρτητα από το χρόνο κατάταξής τους.»
2.α. Οι διατάξεις της περ. α΄ της παρ. 1 του άρθρου 56
του π.δ. 169/2007 αντικαθίστανται, από 1.1.2011, ως ε-
ξής:
«α. Για όσους θεμελιώνουν δικαίωμα σύνταξης μέχρι
31 Δεκεμβρίου 1997 το πεντηκοστό πέμπτο (55ο) έτος
της ηλικίας τους συμπληρωμένο.»
β. Οι διατάξεις του πρώτου και δευτέρου εδαφίου της
περ. β΄ της παρ. 1 του άρθρου 56 του π.δ. 169/2007, α-
ντικαθίστανται, από 1.1.2011, ως εξής:
«β) Για όσους θεμελιώνουν δικαίωμα σύνταξης από
1ης Ιανουαρίου 1998 και μετά, καθώς και για όσους προ-
σλήφθηκαν για πρώτη φορά στο Δημόσιο από 1ης Ιανου-
αρίου 1983 μέχρι 31 Δεκεμβρίου 1992:
βα) Το πεντηκοστό δεύτερο (52ο) έτος της ηλικίας
τους συμπληρωμένο για όσους έχουν ανήλικα παιδιά, το
οποίο αυξάνεται στο πεντηκοστό πέμπτο (55ο) έτος από
1ης Ιανουαρίου 2012 και στο εξηκοστό πέμπτο (65ο) έ-
τος από 1ης Ιανουαρίου 2013 και μετά.
Οι διατάξεις της υποπερίπτωσης αυτής έχουν ανάλο-
γη εφαρμογή και για όσους έχουν τρία τουλάχιστον παι-
διά.
ββ) Το πεντηκοστό (50ό) έτος της ηλικίας συμπληρω-
μένο για όσους έχουν ανίκανο για την άσκηση κάθε βιο-
ποριστικού επαγγέλματος παιδί ή σύζυγο, κατά ποσοστό
εξήντα επτά τοις εκατό (67%) και άνω.
βγ) Το εξηκοστό πρώτο (61ο) έτος της ηλικίας τους
συμπληρωμένο, για τους λοιπούς υπαλλήλους, το οποίο
αυξάνεται από 1ης Ιανουαρίου 2012 και μετά κατά δύο
(2) έτη, για κάθε ημερολογιακό έτος και μέχρι τη συ-
μπλήρωση του εξηκοστού πέμπτου (65ου) έτους της ηλι-
κίας τους.
γ. Για την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου
αυτής, ο υπάλληλος θα ακολουθεί το όριο ηλικίας που ι-
σχύει κατά το χρόνο που θεμελιώνει δικαίωμα σύντα-
ξης.»
3. Οι διατάξεις της περίπτωσης β΄ της παραγράφου 2
του άρθρου 56 του π.δ. 169/2007 αντικαθίστανται, από
1.1.2011, ως εξής:
«β. Η σύνταξη όσων θεμελιώνουν δικαίωμα σύνταξης
από 1ης Ιανουαρίου 2011 και μετά, μπορεί να καταβληθεί
μετά τη συμπλήρωση του πεντηκοστού έκτου (56ου) έ-
τους της ηλικίας τους, το οποίο αυξάνεται από 1ης Ια-
νουαρίου 2012 και μετά κατά δύο (2) έτη, για κάθε ημε-
ρολογιακό έτος και μέχρι τη συμπλήρωση του εξηκο-
στού (60ού) έτους της ηλικίας τους. Στην περίπτωση αυ-
τή, η σύνταξη μειώνεται κατά 1/200 του ποσού αυτής για
κάθε μήνα, που υπολείπεται από την έναρξη καταβολής
της και μέχρι τη συμπλήρωση του κατά περίπτωση ορίου
ηλικίας συνταξιοδότησης.»
4. Οι διατάξεις της περίπτωσης γ΄ της παραγράφου 2
του άρθρου 56 του π.δ. 169/2007 αντικαθίστανται, από
1.1.2011, ως εξής:
«γ. Για όσους έχουν προσληφθεί μετά την 1η Ιανουα-
ρίου 1983 και συμπληρώνουν τριάντα έξι (36) έτη πραγ-
ματικής συντάξιμης υπηρεσίας το έτος 2011, η σύνταξη
καταβάλλεται ολόκληρη μετά τη συμπλήρωση του πε-
ντηκοστού ογδόου (58ου) έτους της ηλικίας τους. Ο α-
νωτέρω χρόνος υπηρεσίας για όσους συμπληρώνουν αυ-
τόν από το έτος 2012 και μετά, αυξάνεται κατά ένα (1) έ-
τος για κάθε επόμενο ημερολογιακό έτος και μέχρι τη
συμπλήρωση σαράντα (40) ετών πλήρους πραγματικής
συντάξιμης υπηρεσίας.
Το όριο ηλικίας που προβλέπεται από το πρώτο εδάφιο
της περίπτωσης αυτής αυξάνεται σταδιακά από 1.1.2012
κατά ένα (1) έτος ετησίως και μέχρι τη συμπλήρωση του
εξηκοστού (60ού) έτους της ηλικίας.
Τα έτη υπηρεσίας, καθώς και τα όρια ηλικίας συνταξιο-
δότησης που προβλέπονται από τις διατάξεις της περί-
πτωσης αυτής έχουν εφαρμογή και για όσους έχουν
προσληφθεί μετά την 1η Ιανουαρίου 1983 και συμπληρώ-
νουν τριάντα επτά (37) έτη πραγματικής συντάξιμης υ-
πηρεσίας από 1.1.2012 και μετά.»
5. Οι διατάξεις της περίπτωσης ε΄ της παραγράφου 2
της περίπτωσης α΄ και της περίπτωσης στ΄ της παρα-
γράφου 3 του άρθρου 56 του π.δ. 169/2007 καταργού-
νται από 1.1.2011.
6. Οι διατάξεις του δεύτερου εδαφίου της περίπτωσης
ζζ΄ της παραγράφου 3 του άρθρου 56 του π.δ. 169/2007
αντικαθίστανται από 1.1.2011, ως εξής:
«Η κατά το προηγούμενο εδάφιο επταετής πλήρης
πραγματική συντάξιμη υπηρεσία, για όσους θεμελιώνουν
δικαίωμα σύνταξης μετά την 1η Ιανουαρίου 1998, αυξά-
νεται κατά ένα εξάμηνο για κάθε ημερολογιακό έτος α-
πό την 1η Ιανουαρίου 1998 μέχρι τη συμπλήρωση δέκα
(10) πλήρων ετών, ο δε υπάλληλος θα ακολουθεί το αυ-
ξημένο όριο, που ισχύει κατά το έτος θεμελίωσης του δι-
καιώματος.»
7.α. Το δεύτερο και τρίτο εδάφιο της περίπτωσης α΄
της παραγράφου 1 του άρθρου 3 του ν. 2084/1992 (ΦΕΚ
165 Α΄) αντικαθίστανται από 1.1.2013 ως εξής:
«Προκειμένου για όσους έχουν ανίκανα για κάθε βιο-
ποριστική εργασία παιδιά αρκεί η συμπλήρωση του πε-
ντηκοστού (50ού) έτους της ηλικίας τους εφόσον έχουν
εικοσιπενταετή (25ετή) πλήρη πραγματική συντάξιμη υ-
πηρεσία.»
β. Από 1.1.2013 καταργούνται:
- το δεύτερο εδάφιο της παρ. 6 του άρθρου 3 του ν.
2084/1992,
- η παρ. 7 του άρθρου 3 του ν. 2084/1992, που προστέ-
θηκε με τις διατάξεις της παρ. 7 του άρθρου 1 του ν.
3029/2002 (ΦΕΚ 160 Α΄),
- το τρίτο εδάφιο της περίπτωσης β΄ της παρ. 3 του
άρθρου 7 του ν. 2084/1992,
- το τρίτο και τέταρτο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 15
του ν. 2084/1992,
- το πέμπτο και έκτο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 15
του ν. 2084/1992, τα οποία προστέθηκαν με τις διατάξεις
της παρ. 10 του άρθρου 1 του ν. 3029/ 2002.
γ. Το δεύτερο εδάφιο της παρ. 7 του άρθρου 19 του
ν. 2084/1992, όπως αυτό αντικαταστάθηκε με τις διατά-
ξεις της παρ. 11 του άρθρου 1 του ν. 3029/ 2002 (ΦΕΚ
160 Α΄), αντικαθίσταται από 1.1.2011, ως εξής:
«Η σύνταξη όμως αυτή αρχίζει να καταβάλλεται μετά
τη συμπλήρωση του εξηκοστού πέμπτου (65ου) έτους
της ηλικίας.»
8. Από 1.1.2011 το όριο ηλικίας συνταξιοδότησης των
γυναικών της παρ. 1 του άρθρου 4 του ν. 3660/2008
(ΦΕΚ 78 Α΄), διαμορφώνεται στο πεντηκοστό τέταρτο
(54ο) έτος, αυξανόμενο από 1ης Ιανουαρίου 2012 και με-
τά κατά δύο (2 ) έτη για κάθε ημερολογιακό έτος και μέ-
χρι τη συμπλήρωση του πεντηκοστού ογδόου (58ου) έ-
τους της ηλικίας τους.
9. Από 1.1.2013 τα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης που
προβλέπονται, κατά περίπτωση, από τις διατάξεις του
άρθρου αυτού για τους τακτικούς υπαλλήλους του Δη-
μοσίου, έχουν εφαρμογή για τους δικαστικούς λειτουρ-
γούς, καθώς και για το κύριο προσωπικό του Νομικού
Συμβουλίου του Κράτους. Ειδικά για τα όρια ηλικίας συ-
νταξιοδότησης των στρατιωτικών εφαρμόζονται οι δια-
τάξεις του άρθρου 20 του παρόντος νόμου.
10. Για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος, η
ενηλικίωση των τέκνων θεωρείται ότι γίνεται την 31η Δε-
κεμβρίου του έτους κατά το οποίο συμπληρώνουν το δέ-
κατο όγδοο (18ο) έτος της ηλικίας τους.
11. Οι διατάξεις των παραγράφων 1 έως και 9 του άρ-
θρου αυτού δεν έχουν εφαρμογή για όσα από τα πρόσω-
πα που αναφέρονται σε αυτές θα έχουν θεμελιώσει δι-
καίωμα σύνταξης μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2010, σύμ-
φωνα με τις οικείες διατάξεις της συνταξιοδοτικής νομο-
θεσίας του Δημοσίου, όπως αυτές ισχύουν κατά την ημε-
ρομηνία δημοσίευσης του νόμου αυτού σε συνδυασμό
με τις διατάξεις της παραγράφου 10. Για τα πρόσωπα αυ-
τά εξακολουθούν να ισχύουν όσα προβλέπονται από τις
αντικαθιστώμενες ή καταργούμενες διατάξεις, κατά πε-
ρίπτωση, τόσο για τη θεμελίωση δικαιώματος σύνταξης
όσο και για τα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης, καθώς και
για τον τρόπο υπολογισμού της σύνταξής τους.
12. Στο τέλος του άρθρου 11 του π.δ. 169/2007 προ-
στίθεται παράγραφος 15 ως εξής:
«15. α. Αναγνωρίζεται πλασματικός χρόνος για κάθε
παιδί, ο οποίος ανέρχεται σε ένα (1) έτος για το πρώτο
παιδί και σε δύο (2) έτη για κάθε επόμενο παιδί και μέχρι
το τρίτο.
β. Ο χρόνος αυτός λαμβάνεται υπόψη για τη θεμελίω-
ση, καθώς και για την προσαύξηση της σύνταξης, με την
προϋπόθεση ο υπάλληλος να έχει συμπληρώσει δεκαπε-
νταετή (15ετή) πραγματική δημόσια υπηρεσία.
γ. Ο ανωτέρω πλασματικός χρόνος αναγνωρίζεται
σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 17 του ν. 2084/1992.
δ. Αν ο υπάλληλος έχει χρόνο ασφάλισης και σε άλλο
φορέα κύριας σύνταξης, ο ανωτέρω πλασματικός χρό-
νος αναγνωρίζεται σε έναν μόνο φορέα κατ' επιλογή.
ε. Οι διατάξεις της παραγράφου αυτής έχουν εφαρμο-
γή και για όσους υπαλλήλους έχουν ασφαλισθεί για
πρώτη φορά από 1.1.1993 και μετά.»
Άρθρο 7
Αναπροσαρμογή συντάξεων
και ανακαθορισμός ορίων ηλικίας
1. Από 1.1.2014 οι καταβαλλόμενες συντάξεις συμπε-
ριλαμβανομένων των χορηγιών και των βοηθημάτων του
Δημοσίου, αναπροσαρμόζονται μόνο με διάταξη ειδικού
νόμου, σύμφωνα με το τελευταίο εδάφιο της παρ. 2 του
άρθρου 73 του Συντάγματος στη βάση συντελεστή που
διαμορφώνεται κατά 50% από τη μεταβολή του ΑΕΠ και
κατά 50% του Δείκτη Τιμών Καταναλωτή του προηγού-
μενου έτους και δεν υπερβαίνει την ετήσια μεταβολή
του Δείκτη Τιμών Καταναλωτή. Η διάταξη του προηγού-
μενου εδαφίου υπερισχύει κάθε αντίθετης γενικής ή ει-
δικής διάταξης νόμου ή κανονιστικής πράξης με την ο-
ποία προβλέπεται η αναπροσαρμογή ή αύξηση σύντα-
ξης, χορηγίας ή βοηθήματος, που καταβάλλεται από το
Δημόσιο, κατά τρόπο διαφορετικό από τον οριζόμενο με
τις διατάξεις του προηγούμενου εδαφίου.
2. Από την 1.1.2011 και ανά διετία η Εθνική Αναλογι-
στική Αρχή εκπονεί αναλογιστικές μελέτες, οι οποίες ε-
πικυρώνονται από την Επιτροπή Οικονομικής Πολιτικής
της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με αντικείμενο τη συνεχή πα-
ρακολούθηση της εξέλιξης της εθνικής συνταξιοδοτικής
δαπάνης. Με ειδικό νόμο ανακαθορίζονται οι συντάξεις
με στόχο τη διασφάλιση της μακροπρόθεσμης βιωσιμό-
τητας του ασφαλιστικού συστήματος. Το ύψος των ανω-
τέρω δαπανών, προβαλλόμενο έως το έτος 2060, δεν
πρέπει να υπερβαίνει το περιθώριο αύξησης των 2,5 πο-
σοστιαίων μονάδων του ΑΕΠ, με έτος αναφοράς το
2009.
3. Τα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης των ασφαλισμέ-
νων των οργανισμών κοινωνικής ασφάλισης και του Δη-
μοσίου, ανεξαρτήτως του χρόνου υπαγωγής στην ασφά-
λιση, τα οποία προβλέπονται στο άρθρο 6 του νόμου αυ-
τού και σε καταστατικές ή γενικές διατάξεις νόμων, ανα-
καθορίζονται κατά τη μεταβολή του προσδόκιμου ζωής
του πληθυσμού της χώρας, με σημείο αναφοράς την ηλι-
κία των εξήντα πέντε (65) ετών. Η ισχύς της παραγρά-
φου αυτής αρχίζει από 1.1.2021 και κατά την πρώτη ε-
φαρμογή της, λαμβάνεται υπόψη η μεταβολή της δεκαε-
τίας 2010 έως και 2020. Από 1.1.2024 τα ανωτέρω όρια
ανακαθορίζονται ανά τριετία. Ο ανακαθορισμός των ο-
ρίων ηλικίας γίνεται με ειδικό νόμο, σύμφωνα με το τε-
λευταίο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 73 του Συντάγμα-
τος, που ψηφίζεται κατά το τελευταίο έτος κάθε περιό-
δου με βάση τους σχετικούς δείκτες που προσδιορίζο-
νται από την Ελληνική Στατιστική Αρχή και την Eurostat
και αφορούν στην επόμενη περίοδο.
Άρθρο 8
Όροι συνταξιοδότησης επιζώντος συζύγου
1. Οι διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 12 του ν. 3863/2010
(ΦΕΚ 115 Α΄) σχετικά με το κριτήριο της διάρκειας του
έγγαμου βίου, προκειμένου να δικαιωθεί σύνταξη ο επι-
ζών σύζυγος, έχουν εφαρμογή και για τους υπαγόμε-
νους στις διατάξεις της συνταξιοδοτικής νομοθεσίας του
Δημοσίου. Κατά τα λοιπά για τη συνταξιοδότηση των ε-
πιζώντων συζύγων εξακολουθούν να ισχύουν οι διατά-
ξεις των προεδρικών διαταγμάτων 167/2007, 168/2007,
169/2007 και του ν. 2084/1992.
2.α. Οι διατάξεις των περιπτώσεων α΄ και β΄ της παρ.
1 του άρθρου 62 του ν. 2676/1999 (ΦΕΚ 1 Α΄), έχουν α-
νάλογη εφαρμογή και για τους επιζώντες συζύγους με
εξαίρεση όσους έχουν αναπηρία κατά ποσοστό 67% και
άνω που λαμβάνουν σύνταξη από το Δημόσιο. Οι διατά-
ξεις του προηγούμενου εδαφίου δεν έχουν εφαρμογή
για όσους λαμβάνουν και εξ ιδίου δικαιώματος σύνταξη
από το Δημόσιο, ή πολεμική σύνταξη γενικά ή σύνταξη
με βάση τις διατάξεις των νόμων 1897/1990 (ΦΕΚ 120
Α΄) και 1977/1991 (ΦΕΚ 185 Α΄), καθώς και για όσους υ-
πάγονται στις διατάξεις της παρ. 14 του άρθρου 8 του
ν. 2592/1998 (ΦΕΚ 57 Α΄).
β. Εάν στην κατά τα ανωτέρω μειωμένη σύνταξη του
επιζώντος συζύγου συμμετέχουν ανάπηρα ή ανήλικα τέ-
κνα ή τέκνα που σπουδάζουν υπό τις προϋποθέσεις της
περίπτωσης δ΄ της παρ. 1 του άρθρου 5 του π.δ.
169/2007, ο επιζών σύζυγος μπορεί να ζητήσει την ανα-
στολή καταβολής του μεριδίου του, οπότε αυτό επιμερί-
ζεται στα τέκνα σε ίσα μέρη.
3. Οι διατάξεις της παραγράφου 2, καθώς και αυτές
της παρ. 9 του άρθρου 4 του ν. 3620/2007 (ΦΕΚ 276 Α΄),
έχουν ανάλογη εφαρμογή και για όσα από τα αναφερό-
μενα σε αυτές πρόσωπα συνταξιοδοτούνται με βάση τις
διατάξεις του π.δ. 167/2007 (ΦΕΚ 208 Α΄).
4. Οι διατάξεις της παραγράφου 1 δεν έχουν εφαρμο-
γή για τα αναφερόμενα σε αυτές πρόσωπα των οποίων
το δικαίωμα γεννήθηκε πριν την ημερομηνία δημοσίευ-
σης του νόμου αυτού.
Άρθρο 9
Συνταξιοδότηση μελών οικογένειας
1. α. Οι διατάξεις της παρ. 4 του άρθρου 5 του π.δ.
169/2007, αντικαθίστανται ως εξής:
«4.α. Οι άγαμες θυγατέρες και οι άπορες άγαμες α-
δελφές αποκτούν δικαίωμα σύνταξης με τους ίδιους ό-
ρους και προϋποθέσεις που αποκτούν το δικαίωμα αυτό
οι άγαμοι γιοί ή αδελφοί, αντίστοιχα.»
β. Κατ' εξαίρεση οι ενήλικες άγαμες θυγατέρες που
δεν εμπίπτουν στις διατάξεις της προηγούμενης περί-
πτωσης και έλκουν το συνταξιοδοτικό τους δικαίωμα α-
πό γονείς που προσλήφθηκαν στο Δημόσιο μέχρι 31 Δε-
κεμβρίου 1982 δικαιούνται σύνταξης εφόσον συντρέ-
χουν αθροιστικά, οι εξής προϋποθέσεις:
αα) Να μην έχουν μηνιαίο εισόδημα από το Δημόσιο ή
τον ευρύτερο δημόσιο τομέα μεγαλύτερο από το κατώ-
τατο όριο σύνταξης του Δημοσίου, όπως αυτό ισχύει κά-
θε φορά.
ββ) Να μην έχουν φορολογητέο εισόδημα από οποια-
δήποτε άλλη πηγή μεγαλύτερο από το παραπάνω καθο-
ριζόμενο κατώτατο όριο αναγόμενο σε ετήσια βάση.
γγ) Να μην λαμβάνουν άλλη σύνταξη και να μην έχουν
ασφαλισθεί για σύνταξη σε οποιονδήποτε ασφαλιστικό
οργανισμό κύριας σύνταξης, για χρόνο με βάση τον ο-
ποίο προσδοκούν να θεμελιώσουν δικαίωμα ανταποδοτι-
κής σύνταξης από τον φορέα αυτόν.
δδ) Κατά την 31η Δεκεμβρίου 2010 να έχουν συμπλη-
ρώσει το πεντηκοστό (50ό) έτος της ηλικίας τους.
Η σύνταξη των προσώπων της περίπτωσης αυτής, δεν
μπορεί να υπερβαίνει το διπλάσιο του κατώτατου ορίου
σύνταξης του Δημοσίου όπως αυτό ισχύει κάθε φορά.»
β. Οι διατάξεις της παρ. 5 του άρθρου 31 του π.δ.
169/2007, αντικαθίστανται ως εξής:
«5. α. Οι άγαμες θυγατέρες και οι άπορες άγαμες α-
δελφές αποκτούν δικαίωμα σύνταξης με τους ίδιους ό-
ρους και προϋποθέσεις που αποκτούν το δικαίωμα αυτό
οι άγαμοι γιοί ή αδελφοί, αντίστοιχα.
β. Κατ' εξαίρεση οι ενήλικες άγαμες θυγατέρες που
δεν εμπίπτουν στις διατάξεις της προηγούμενης περί-
πτωσης και έλκουν το συνταξιοδοτικό τους δικαίωμα α-
πό γονείς που κατατάχθηκαν στις Ένοπλες Δυνάμεις ή
τα Σώματα Ασφαλείας ή το Πυροσβεστικό Σώμα μέχρι 31
Δεκεμβρίου 1982, δικαιούνται σύνταξης εφόσον συντρέ-
χουν αθροιστικά, οι εξής προϋποθέσεις:
αα) Να μην έχουν μηνιαίο εισόδημα από το Δημόσιο ή
τον ευρύτερο δημόσιο τομέα μεγαλύτερο από το κατώ-
τατο όριο σύνταξης του Δημοσίου, όπως αυτό ισχύει κά-
θε φορά.
ββ) Να μην έχουν φορολογητέο εισόδημα από οποια-
δήποτε άλλη πηγή μεγαλύτερο από το παραπάνω καθο-
ριζόμενο κατώτατο όριο αναγόμενο σε ετήσια βάση.
γγ) Να μη λαμβάνουν άλλη σύνταξη και να μην έχουν
ασφαλισθεί για σύνταξη σε οποιονδήποτε ασφαλιστικό
οργανισμό κύριας σύνταξης, για χρόνο με βάση τον ο-
ποίο προσδοκούν να θεμελιώσουν δικαίωμα ανταποδοτι-
κής σύνταξης από τον φορέα αυτόν.
δδ) Κατά την 31η Δεκεμβρίου 2010 να έχουν συμπλη-
ρώσει το πεντηκοστό (50ό) έτος της ηλικίας τους.
Η σύνταξη των προσώπων της περίπτωσης αυτής, δεν
μπορεί να υπερβαίνει το διπλάσιο του κατώτατου ορίου
σύνταξης του Δημοσίου όπως αυτό ισχύει κάθε φορά.»
γ. Οι διατάξεις της παραγράφου αυτής έχουν εφαρμο-
γή και για όσα από τα πρόσωπα που αναφέρονται σε αυ-
τές υπάγονται στις διατάξεις του π.δ. 167/2007 και του
π.δ. 168/2007.
δ. Οι διατάξεις της περίπτωσης γ΄ της παρ. 1 των άρ-
θρων 5 και 31 του π.δ. 169/2007, της περίπτωσης γ΄ της
παρ. 1 του άρθρου 2 του π.δ. 167/2007, καθώς και της
περίπτωσης γ΄ της παρ. 1 του άρθρου 35 του π.δ.
168/2007 (ΦΕΚ 209 Α΄) καταργούνται.
ε. Οι διατάξεις της παραγράφου αυτής δεν έχουν ε-
φαρμογή για τα αναφερόμενα σε αυτές πρόσωπα, των
οποίων το δικαίωμα συνταξιοδότησης γεννήθηκε πριν
την ημερομηνία δημοσίευσης του νόμου αυτού.
2. α. Οι διατάξεις της παρ. 5 του άρθρου 5 του π.δ.
169/2007 αντικαθίστανται ως εξής:
«5. Στις άγαμες ή διαζευγμένες θυγατέρες, εκτός από
τις ανίκανες με ποσοστό 67% και άνω, μετά την ενηλι-
κίωσή τους ή το τέλος των σπουδών τους η σύνταξή
τους καταβάλλεται ολόκληρη μεν αν το συνολικό, εκτός
από την κύρια και επικουρική σύνταξη, μηνιαίο πραγματι-
κό ακαθάριστο εισόδημά τους, όπως αυτό προκύπτει από
τη φορολογική τους δήλωση του προηγούμενου οικονο-
μικού έτους, δεν υπερβαίνει το 30πλάσιο του ημερομι-
σθίου ανειδίκευτου εργάτη, όπως αυτό ισχύει κατά το έ-
τος που αποκτήθηκαν τα εισοδήματα, περιορίζεται δε
κατά το ένα τρίτο (1/3) του ποσού της, αν το εισόδημα
αυτό υπερβαίνει το 30πλάσιο όχι όμως και το 40πλάσιο,
κατά το ένα δεύτερο (1/2) αυτής εφόσον υπερβαίνει το
40πλάσιο, όχι όμως και το 50πλάσιο και κατά τα τρία τέ-
ταρτα (3/4) αυτής εφόσον υπερβαίνει το 50πλάσιο όχι ό-
μως και το 60πλάσιο, μετά την υπέρβαση του οποίου η
καταβολή της σύνταξης αναστέλλεται.»
β. Οι διατάξεις της παρ. 6 του άρθρου 31 του π.δ.
169/2007 αντικαθίστανται ως εξής:
«6. Στις άγαμες ή διαζευγμένες θυγατέρες, εκτός από
τις ανίκανες με ποσοστό 67% και άνω, μετά την ενηλι-
κίωσή τους ή το τέλος των σπουδών τους η σύνταξή
τους καταβάλλεται ολόκληρη μεν αν το συνολικό, εκτός
από την κύρια και επικουρική σύνταξη, μηνιαίο πραγματι-
κό ακαθάριστο εισόδημά τους, όπως αυτό προκύπτει από
τη φορολογική τους δήλωση του προηγούμενου οικονο-
μικού έτους, δεν υπερβαίνει το 30πλάσιο του ημερομι-
σθίου ανειδίκευτου εργάτη, όπως αυτό ισχύει κατά το έ-
τος που αποκτήθηκαν τα εισοδήματα, περιορίζεται δε
κατά το ένα τρίτο (1/3) του ποσού της, αν το εισόδημα
αυτό υπερβαίνει το 30πλάσιο όχι όμως και το 40πλάσιο,
κατά το ένα δεύτερο (1/2) αυτής εφόσον υπερβαίνει το
40πλάσιο, όχι όμως και το 50πλάσιο και κατά τα τρία τέ-
ταρτα (3/4) αυτής εφόσον υπερβαίνει το 50πλάσιο όχι ό-
μως και το 60πλάσιο, μετά την υπέρβαση του οποίου η
καταβολή της σύνταξης αναστέλλεται.»
γ. Οι διατάξεις της παραγράφου αυτής έχουν ανάλογη
εφαρμογή και για τα αναφερόμενα σε αυτές πρόσωπα
που συνταξιοδοτούνται με βάση τις οικείες διατάξεις
των προεδρικών διαταγμάτων 167/2007 και 168/2007,
κατά περίπτωση.
δ. Οι διατάξεις της παραγράφου αυτής έχουν εφαρμο-
γή και για τα αναφερόμενα σε αυτές πρόσωπα, των ο-
ποίων το δικαίωμα συνταξιοδότησης γεννήθηκε πριν την
ημερομηνία δημοσίευσης του νόμου αυτού.
3. Οι διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 4 του ν. 3620/2007
(ΦΕΚ 276 Α΄) έχουν ανάλογη εφαρμογή και για όσα από
τα αναφερόμενα σε αυτές πρόσωπα συνταξιοδοτούνται
με βάση τις διατάξεις του π.δ. 168/2007.
Άρθρο 10
Απασχόληση συνταξιούχων
1. Οι διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 63 του ν. 2676/1999,
όπως ισχύουν, έχουν ανάλογη εφαρμογή και για τους
συνταξιούχους του Δημοσίου που εργάζονται εκτός του
ευρύτερου δημόσιου τομέα όπως αυτός έχει οριοθετηθεί
με τις διατάξεις της παρ. 6 του άρθρου 1 του ν.
1256/1982 (ΦΕΚ 65 Α΄) ή αυτοαπασχολούνται. Ομοίως,
έχουν ανάλογη εφαρμογή και για τους συνταξιούχους
στρατιωτικούς, για τους οποίους όμως το αναφερόμενο
όριο ηλικίας μειώνεται κατά δύο (2) έτη.
Οι διατάξεις της παρ. 14 του άρθρου 8 του ν. 2592/1998,
καθώς και των παραγράφων 1 έως 7 του άρθρου 58 του
π.δ. 169/2007, εξακολουθούν να ισχύουν.
2. Οι συνταξιούχοι του πρώτου εδαφίου της προηγού-
μενης παραγράφου υποχρεούνται, πριν αναλάβουν ερ-
γασία ή αυτοαπασχοληθούν, να δηλώσουν τούτο στην Υ-
πηρεσία Συντάξεων του Γ.Λ.Κ.. Παράλειψη της δηλώσε-
ως συνεπάγεται καταλογισμό σε βάρος του συνταξιού-
χου του ποσού των συντάξεων που έλαβε κατά το χρονι-
κό διάστημα της εργασίας του ή κατά το διάστημα που
αυτοαπασχολείτο, και πρόστιμο επί του καταλογισθέ-
ντος ποσού ίσο με το νόμιμο τόκο υπερημερίας.
Άρθρο 11
Εισφορά Αλληλεγγύης Συνταξιούχων
1. Από 1.8.2010 θεσπίζεται Εισφορά Αλληλεγγύης Συ-
νταξιούχων (ΕΑΣ) η οποία τηρείται σε λογαριασμό με οι-
κονομική αυτοτέλεια, στο Ασφαλιστικό Κεφάλαιο Αλλη-
λεγγύης Γενεών (ΑΚΑΓΕ), το οποίο συστάθηκε με τις
διατάξεις του άρθρου 149 του ν. 3655/2008 (ΦΕΚ 58 Α΄).
Σκοπός του λογαριασμού είναι η κάλυψη ελλειμμάτων
των κλάδων κύριας σύνταξης Φορέων Κοινωνικής Ασφά-
λισης (Φ.Κ.Α.).
2. α. Η ΕΑΣ παρακρατείται μηνιαία από τις συντάξεις
που καταβάλλονται από το Δημόσιο ως εξής:
α) Για συντάξεις από 1.400,01 € έως 1.700,00 €, πο-
σοστό 3%.
β) Για συντάξεις από 1.700,01 € έως 2.000,00 €, πο-
σοστό 4%.
γ) Για συντάξεις από 2.000,01 € έως 2.300,00 €, πο-
σοστό 5%.
δ) Για συντάξεις από 2.300,01 € έως 2.600,00 €, πο-
σοστό 6%.
ε) Για συντάξεις από 2.600,01 € έως 2.900,00 €, πο-
σοστό 7%.
στ) Για συντάξεις από 2.900,01 € έως 3.200,00 €, πο-
σοστό 8%.
ζ) Για συντάξεις από 3.200,01 € έως 3.500,00 €, ποσο-
στό 9%.
η) Για συντάξεις από 3.500,01 € και άνω, ποσοστό
10%.
β. Για τον προσδιορισμό του συνολικού ποσού της σύ-
νταξης της προηγούμενης περίπτωσης της παραγράφου
αυτής, λαμβάνεται υπόψη το ποσό της μηνιαίας σύντα-
ξης, καθώς και τα συγκαταβαλλόμενα με αυτή ποσά του
επιδόματος εξομάλυνσης του άρθρου 1 του ν. 3670/2008
(ΦΕΚ 117 Α΄) και της τυχόν προσωπικής και αμεταβίβα-
στης διαφοράς.
3. α. Για την πρώτη κατηγορία το ποσό της σύνταξης
μετά την παρακράτηση της εισφοράς δεν μπορεί να υπο-
λείπεται των χιλίων τετρακοσίων ευρώ (1.400 €).
β. Από την κράτηση αυτή εξαιρούνται όσοι λαμβάνουν
επίδομα ανικανότητας με βάση τις διατάξεις των παρα-
γράφων 5 και 6 του άρθρου 54 του π.δ.169/2007, καθώς
και όσοι λαμβάνουν πολεμική σύνταξη ή σύνταξη ως πα-
θόντες στην υπηρεσία και ένεκα ταύτης ή βάσει των δια-
τάξεων των νόμων 1897/1990 (ΦΕΚ 120 Α΄) και
1977/1991 (ΦΕΚ 185 Α΄).
4. α. Στις περιπτώσεις που στη σύνταξη συντρέχουν
περισσότεροι του ενός δικαιούχοι, για τον προσδιορισμό
των ποσών σύνταξης της παραγράφου 2 λαμβάνεται υ-
πόψη το συνολικό ποσό της σύνταξης που έχει μεταβι-
βασθεί και το παρακρατηθέν ποσό επιμερίζεται ανάλογα.
β. Στις περιπτώσεις καταβολής στο ίδιο πρόσωπο πε-
ρισσοτέρων από μία κύριες συντάξεις από το Δημόσιο ή
από Ασφαλιστικό Φορέα, λαμβάνεται υπόψη το άθροι-
σμα των συντάξεων αυτών. Η παρακράτηση γίνεται από
τον Φορέα που χορηγεί το μεγαλύτερο ποσό σύνταξης.
γ. Mε κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και
Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης μπορεί να καθορί-
ζεται κάθε άλλο θέμα σχετικά με την εφαρμογή των δια-
τάξεων της προηγούμενης περίπτωσης της παραγράφου
αυτής.
5. Τα ποσά που παρακρατούνται με ευθύνη του Δημο-
σίου αποδίδονται στον Λογαριασμό του ΑΚΑΓΕ το αργό-
τερο μέχρι το τέλος του επομένου, από την παρακράτη-
ση, μήνα.
6. Οι διατάξεις του άρθρου αυτού έχουν ανάλογη ε-
φαρμογή και για τις χορηγίες και τα βοηθήματα που κα-
ταβάλλει το Δημόσιο.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΡΙΤΟ
ΛΟΙΠΕΣ ΣΥΝΤΑΞΙΟΔΟΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 12
Εφάπαξ έκτακτη οικονομική παροχή
1. Στους συνταξιούχους και χορηγιούχους του Δημο-
σίου, από ίδιο δικαίωμα ή από μεταβίβαση με εξαίρεση ό-
σους λαμβάνουν σύνταξη δικαστικού ή μέλους του κύρι-
ου προσωπικού του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους ή
ιατρού του Εθνικού Συστήματος Υγείας ή βουλευτή ή
σύνταξη των διατάξεων του άρθρου 27 του ν. 1813/1988
(ΦΕΚ 243 Α΄), χορηγείται εφάπαξ έκτακτη οικονομική
παροχή για το έτος 2009.
2. Το ποσό της έκτακτης οικονομικής παροχής ανέρχε-
ται:
α) σε 500 ευρώ για μηνιαία ακαθάριστη βασική σύντα-
ξη, μέχρι του ποσού των 800 ευρώ,
β) σε 300 ευρώ για μηνιαία ακαθάριστη βασική σύντα-
ξη από του ποσού των 800,01 ευρώ μέχρι του ποσού των
1.100 ευρώ.
Για μηνιαία ακαθάριστη βασική σύνταξη ποσού από
1.100,01 ευρώ και άνω δεν καταβάλλεται η έκτακτη οικο-
νομική παροχή.
Ως ημερομηνία προσδιορισμού του ποσού της μηνιαί-
ας ακαθάριστης βασικής σύνταξης, λαμβάνεται υπόψη η
31.12.2008.
3. Η ανωτέρω έκτακτη οικονομική παροχή είναι αφο-
ρολόγητη, δεν υπόκειται σε κράτηση για υγειονομική πε-
ρίθαλψη και δεν λαμβάνεται υπόψη για τη χορήγηση του
Ε.Κ.Α.Σ..
4. Στις περιπτώσεις καταβολής στο ίδιο πρόσωπο δύο
συντάξεων από το Δημόσιο, για τον προσδιορισμό της
μηνιαίας ακαθάριστης βασικής σύνταξης, θα ληφθούν υ-
πόψη αθροιστικά τα αντίστοιχα ποσά και των δύο συντά-
ξεων και στην περίπτωση που δικαιούται, σύμφωνα με
την παράγραφο 2 του άρθρου αυτού την ανωτέρω παρο-
χή, αυτή θα καταβληθεί με την μία εκ των δύο συντάξε-
ων.
5. Στις περιπτώσεις που στη σύνταξη συντρέχουν πε-
ρισσότεροι του ενός δικαιούχοι, το ποσό της έκτακτης
οικονομικής παροχής που θα καταβληθεί στον καθένα α-
πό αυτούς είναι αυτό που αντιστοιχεί στο ποσό της ακα-
θάριστης μηνιαίας βασικής σύνταξης που του καταβάλ-
λεται.
6. Δεν χορηγείται η ανωτέρω εφάπαξ έκτακτη οικονο-
μική παροχή σε όσα από τα πρόσωπα της παραγράφου 1
του άρθρου αυτού καταβάλλεται μειωμένη σύνταξη σύμ-
φωνα με τις διατάξεις των άρθρων 20 παράγραφος 1 του
ν. 2084/1992 και 6 παράγραφος 9 του ν. 2227/1994
(ΦΕΚ 129 Α΄) και της παραγράφου 14 του άρθρου 8 του
ν. 2592/1998 (ΦΕΚ 57 Α΄).
7. Όσοι έχουν εξέλθει της Υπηρεσίας από 1ης Ιανουα-
ρίου 2009 μέχρι την ημερομηνία ισχύος του ν. 3758/2009
(ΦΕΚ 68 Α΄), θα λάβουν σύμφωνα με τα ανωτέρω την έ-
κτακτη οικονομική παροχή με τη σύνταξή τους, ενώ όσοι
εξέρχονται της υπηρεσίας μετά την ημερομηνία ισχύος
του νόμου αυτού θα λάβουν την παροχή αυτή από την υ-
πηρεσία από την οποία εξήλθαν.
8. Όσοι κατέστησαν συνταξιούχοι εκ μεταβιβάσεως ε-
ντός του έτους 2009 δικαιούνται την έκτακτη οικονομική
παροχή, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο αυτό, μό-
νο εφόσον δεν κρίθηκε το αντίστοιχο δικαίωμα των προ-
σώπων από τα οποία έλκουν το δικαίωμα συνταξιοδότη-
σής τους.
Άρθρο 13
Συνταξιοδοτικό καθεστώς του αγρονομικού
προσωπικού της Ελληνικής Αγροφυλακής
1. Στο τέλος του άρθρου 1 του Κώδικα Πολιτικών και
Στρατιωτικών Συντάξεων (π.δ.169/2007, ΦΕΚ 210 Α΄),
προστίθεται παράγραφος 15 ως εξής:
«15. Το αγρονομικό προσωπικό της Ελληνικής Αγρο-
φυλακής, η οποία συστάθηκε με τις διατάξεις του άρ-
θρου 1 του ν. 3585/2007 (ΦΕΚ 148 Α΄), δικαιούται σύντα-
ξη από το Δημόσιο Ταμείο με εφαρμογή όλων των διατά-
ξεων που ισχύουν κάθε φορά για την απονομή σύνταξης
στους δημόσιους πολιτικούς υπαλλήλους.»
2. Στο τέλος του άρθρου 9 του π.δ.169/2007, προστί-
θεται παράγραφος 17 ως εξής:
«17α. Ως μισθός για τον κανονισμό της σύνταξης του
αγρονομικού προσωπικού της παραγράφου 15 του άρ-
θρου 1 του Κώδικα αυτού, λαμβάνεται υπόψη ο βασικός
μισθός ενεργείας του μισθολογικού κλιμακίου ή του βαθ-
μού, κατά περίπτωση, που έφερε κατά την έξοδό του α-
πό την υπηρεσία, όπως αυτός ορίζεται από τις διατάξεις
που ισχύουν κάθε φορά, μαζί με την προσαύξηση του τυ-
χόν καταβαλλόμενου επιδόματος χρόνου υπηρεσίας.»
Οι διατάξεις του άρθρου 2 του ν. 3513/2006 (ΦΕΚ 265
Α΄), έχουν εφαρμογή για τα πρόσωπα του άρθρου αυ-
τού.
3. Οι διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου
αυτού ισχύουν από την 5η Ιουλίου 2007.
4. Η προθεσμία για την υποβολή της υπεύθυνης δήλω-
σης των διατάξεων της παραγράφου 17 του άρθρου 4
του ν. 3513/2006 (ΦΕΚ 265 Α΄), για όσους υπαλλήλους
έχουν ήδη μεταταγεί ή μεταφερθεί στην Ελληνική Αγρο-
φυλακή από 5 Ιουλίου 2007, είτε ως αγρονομικό είτε ως
πολιτικό προσωπικό αυτής, αρχίζει από την ημερομηνία
έναρξης ισχύος του νόμου αυτού.
5. Μετά την περίπτωση ι΄ της παρ. 2 του άρθρου 9 του
π.δ. 169/2007, όπως ισχύει, προστίθεται από 1ης Ιανουα-
ρίου 2010 περίπτωση ια΄ ως εξής:
«ια. για το αγρονομικό προσωπικό, το επίδομα θέσης
ευθύνης των διατάξεων της περ. β΄ της παρ. 2 του άρ-
θρου 26 του ν. 3585/2007. Το επίδομα αυτό, δεν ενσωμα-
τώνεται στο συντάξιμο μισθό στην περίπτωση που κατα-
βαλλόταν λόγω άσκησης καθηκόντων αναπλήρωσης
προϊσταμένου».
6. α. Οι συντάξεις όσων από τα πρόσωπα του άρθρου
αυτού έχουν αποχωρήσει ή αποχωρούν από την Υπηρε-
σία μέχρι την ημερομηνία δημοσίευσης του νόμου αυ-
τού, αναπροσαρμόζονται οίκοθεν, από τις αρμόδιες Δι-
ευθύνσεις Συντάξεων του Γενικού Λογιστηρίου του Κρά-
τους, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην προηγούμενη πα-
ράγραφο του άρθρου αυτού.
β. Το επίδομα της παραγράφου 5 του άρθρου αυτού υ-
πόκειται σε κράτηση για κύρια σύνταξη υπέρ Δημοσίου.
Άρθρο 14
Συνταξιοδότηση αιρετών οργάνων
1. Οι διατάξεις της παραγράφου 14 του άρθρου 8 του
ν. 2592/1998 (ΦΕΚ 57 Α΄) έχουν εφαρμογή για τους βου-
λευτές και τα αιρετά όργανα των Ο.Τ.Α. α΄ και β΄ βαθ-
μού, που λαμβάνουν συγχρόνως σύνταξη από το Δημό-
σιο, και βουλευτική αποζημίωση ή έξοδα παράστασης, α-
ντίστοιχα.
2. Δήμαρχοι και πρόεδροι Κοινοτήτων που επιλέγουν
σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 3833/2010 τα έξοδα πα-
ράστασης, διατηρούν το καθεστώς υγειονομικής περί-
θαλψης στο οποίο υπάγονταν ως συνταξιούχοι, οι δε α-
ναλογούσες κρατήσεις υπολογίζονται επί των εξόδων
παράστασης και αποδίδονται, ανά μήνα, στον οικείο φο-
ρέα.
3. α. Τα αιρετά όργανα των Ο.Τ.Α. α΄ και β΄ βαθμού, με
εξαίρεση τους προέδρους νομαρχιακών αυτοδιοικήσε-
ων, τους νομάρχες, τους δημάρχους, και τους προέ-
δρους Κοινοτήτων, που επιλέγουν την καταβολή των ε-
ξόδων παράστασης αντί των αποδοχών της οργανικής
τους θέσης, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου
7 του άρθρου 8 του ν. 3833/2010 (ΦΕΚ 40 Α΄), εξακολου-
θούν να διέπονται από το ασφαλιστικό καθεστώς των
8
φορέων κύριας και επικουρικής ασφάλισης, πρόνοιας και
υγειονομικής περίθαλψης, που είχαν πριν την εκλογή
τους, οπότε και ο χρόνος θητείας τους, ως αιρετών ορ-
γάνων, θεωρείται ως πραγματική και συντάξιμη υπηρεσία
στη θέση από την οποία προέρχονται. Οι αναλογούσες
ασφαλιστικές εισφορές υπολογίζονται επί των τακτικών
μηνιαίων αποδοχών της οργανικής τους θέσης, όπως αυ-
τές ισχύουν κάθε φορά και παρακρατούνται από τα έξο-
δα παράστασης, αποδιδόμενες, ανά μήνα, στους οικεί-
ους ασφαλιστικούς φορείς. Όπου προβλέπεται εργοδο-
τική εισφορά αυτή καταβάλλεται από το φορέα της ορ-
γανικής τους θέσης.
β. Η ασφαλιστική τακτοποίηση των προσώπων της πα-
ραγράφου αυτής για το χρονικό διάστημα από την ημε-
ρομηνία δημοσίευσης του ν. 3833/2010 μέχρι την έναρξη
ισχύος του νόμου αυτού γίνεται σύμφωνα με τα οριζόμε-
να από τις οικείες διατάξεις του κάθε φορέα ή ταμείου.
γ. Οι διατάξεις της παραγράφου αυτής υπερισχύουν
κάθε αντίθετης ρύθμισης.
Άρθρο 15
Συνταξιοδότηση υπαλλήλων της Βουλής
1. Για τον υπολογισμό της σύνταξης και τα όρια ηλι-
κίας συνταξιοδότησης των υπαλλήλων της Βουλής, ε-
φαρμόζονται από 1.1.2011 οι διατάξεις της συνταξιοδο-
τικής νομοθεσίας του Δημοσίου, κατά περίπτωση, όπως
αυτές ισχύουν κάθε φορά για τους τακτικούς υπαλλή-
λους των Υπουργείων.
Ως μισθός για τον υπολογισμό της σύνταξής τους λαμ-
βάνεται αυτός που προσδιορίζεται από τις οικείες διατά-
ξεις του Κανονισμού της Βουλής.
2. Οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου δεν έ-
χουν εφαρμογή για τους υπαλλήλους της Βουλής που
θεμελιώνουν συνταξιοδοτικό δικαίωμα μέχρι 31.12.2010,
για τη συνταξιοδότηση των οποίων, ανεξαρτήτως του
χρόνου συνταξιοδότησής τους, εφαρμόζεται το ισχύον
έως τη δημοσίευση του παρόντος νόμου καθεστώς, το ο-
ποίο προβλέπεται από τον Κανονισμό της Βουλής.
Άρθρο 16
Λοιπές συνταξιοδοτικές ρυθμίσεις
1. Στο προτελευταίο εδάφιο της περ. α΄ της παρ. 1 του
άρθρου 1 του π.δ. 169/2007 μετά τις λέξεις εντός της
παρενθέσεως προστίθενται οι λέξεις «ή πάσχουν από αι-
μορροφιλία Α΄ ή Β΄ ή μυασθένεια – μυοπάθεια ή έχουν
υποστεί ακρωτηριασμό των άνω ή κάτω άκρων ή του ε-
νός άνω και του ενός κάτω άκρου».
2. Στο προτελευταίο εδάφιο της περ. α΄ της παρ. 1 του
άρθρου 26 του π.δ. 169/2007 μετά τις λέξεις «ή έχουν υ-
ποστεί μεταμόσχευση» προστίθενται οι λέξεις «μυελού
των οστών ή συμπαγών οργάνων (καρδιά, πνεύμονες, ή-
παρ, πάγκρεας και νεφρό) ή πάσχουν από αιμορροφιλία
Α΄ και Β΄ ή μυασθένεια – μυοπάθεια ή έχουν υποστεί α-
κρωτηριασμό των άνω ή κάτω άκρων ή του ενός άνω και
του ενός κάτω άκρου».
3. Οι διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου
αυτού, έχουν ανάλογη εφαρμογή και για τα πρόσωπα
στα οποία έχουν συντρέξει οι προϋποθέσεις των διατά-
ξεων αυτών κατά το παρελθόν και έχουν εξέλθει της υ-
πηρεσίας πριν από την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού,
καθώς και για τις οικογένειες όσων από αυτούς έχουν
πεθάνει. Οι συντάξεις των προσώπων του άρθρου αυτού,
αναπροσαρμόζονται από τις αρμόδιες Διευθύνσεις Συ-
ντάξεων του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους μετά από
αίτηση των ενδιαφερομένων και τα οικονομικά αποτελέ-
σματα αρχίζουν από την πρώτη του επομένου της ημε-
ρομηνίας υποβολής της αίτησης μήνα και προκειμένου
για όσους έχουν υποστεί μεταμόσχευση μυελού των ο-
στών ή συμπαγών οργάνων από την ημερομηνία δημοσί-
ευσης του ν. 3620/2007.
Άρθρο 17
Αναγνωριζόμενες υπηρεσίες
1. Μετά το δεύτερο εδάφιο της παρ. 6 του άρθρου 11
του π.δ. 169/2007, προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Για όσους θεμελιώνουν συνταξιοδοτικό δικαίωμα από
1.1.2011 και μετά, θεωρείται ως συντάξιμος χρόνος
πραγματικής υπηρεσίας και ο χρόνος σπουδών για την
απόκτηση ενός μόνο πτυχίου ανώτερης ή ανώτατης σχο-
λής της ημεδαπής ή της αλλοδαπής, καθώς και ο χρόνος
σπουδών, μετά τη συμπλήρωση του 17ου έτους της ηλι-
κίας, σε μέσες επαγγελματικές σχολές, ο οποίος είναι ί-
σος με τα κατά το χρόνο αποφοίτησης επίσημα ακέραια
χρόνια σπουδών της οικείας σχολής, εφόσον ο χρόνος
αυτός δεν λογίζεται συντάξιμος με βάση άλλες διατά-
ξεις. Για τα πρόσωπα του προηγούμενου εδαφίου, ο χρό-
νος εκπαιδευτικής άδειας που λογίζεται συντάξιμος
σύμφωνα με τις διατάξεις του πρώτου εδαφίου της πα-
ραγράφου αυτής ανέρχεται σε δύο (2) έτη. Ο ανωτέρω
χρόνος σπουδών αναγνωρίζεται ως συντάξιμος εφόσον
ο ασφαλισμένος έχει συμπληρώσει υπηρεσία 12 ετών.»
2. Η αναγνώριση και εξαγορά των χρόνων της προη-
γούμενης παραγράφου διενεργείται σύμφωνα με τα α-
ναφερόμενα στην παράγραφο 2 του άρθρου 17 του ν.
2084/1992 (ΦΕΚ 165 Α΄).
3. Το δεύτερο εδάφιο της παρ. 6 του άρθρου 11 του
π.δ. 169/2007 αντικαθίσταται ως εξής:
«Επίσης θεωρείται ως συντάξιμος χρόνος πραγματι-
κής υπηρεσίας ο χρόνος άδειας άνευ αποδοχών ανατρο-
φής παιδιών ηλικίας μέχρι 6 ετών, όπως αυτός ισχύει κά-
θε φορά με βάση τις οικείες διοικητικές διατάξεις, με την
προϋπόθεση της καταβολής από τον υπάλληλο των προ-
βλεπόμενων ασφαλιστικών εισφορών.»
4. Ο συνολικός χρόνος ο οποίος αναγνωρίζεται με βά-
ση τις διατάξεις των παραγράφων 1 και 3 του άρθρου αυ-
τού, συμπεριλαμβανομένου και του χρόνου στρατιωτι-
κής θητείας, δεν μπορεί να υπερβεί τα 7 έτη.
Ειδικότερα, ο χρόνος αυτός καθορίζεται κατ’ ανώτατο
όριο:
α) σε τέσσερα (4) έτη για όσους θεμελιώνουν συντα-
ξιοδοτικό δικαίωμα εντός του έτους 2011,
β) σε πέντε (5) έτη για όσους θεμελιώνουν συνταξιο-
δοτικό δικαίωμα εντός του έτους 2012,
γ) σε έξι (6) έτη για όσους θεμελιώνουν συνταξιοδοτι-
κό δικαίωμα εντός του έτους 2013 και
δ) σε επτά (7) έτη για όσους θεμελιώνουν συνταξιοδο-
τικό δικαίωμα από 1.1.2014 και εφεξής.
5. Οι διατάξεις του άρθρου αυτού έχουν ανάλογη ε-
φαρμογή και για τα πρόσωπα που ασφαλίστηκαν για
πρώτη φορά από 1.1.1993 και μετά σε οποιονδήποτε α-
σφαλιστικό οργανισμό κύριας ασφάλισης, συμπεριλαμ-
βανομένου και του Δημοσίου.
Άρθρο 18
Μεταφορά συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων και
επικαιροποίηση ποσού αναλογιστικού ισοδυνάμου
1. Πρόσωπο του οποίου λήγουν τα καθήκοντα στην
Ευρωπαϊκή ΄Ενωση χωρίς να έχει θεμελιώσει συνταξιο-
δοτικό δικαίωμα από αυτές, δικαιούται να μεταφέρει
στον ελληνικό φορέα κοινωνικής ασφάλισης που είχε υ-
παχθεί πριν την ανάληψη υπηρεσίας στην Ευρωπαϊκή
΄Ενωση ή που θα υπαχθεί μετά την λήξη των καθηκό-
ντων του, το ασφαλιστικό στατιστικό ισοδύναμο των δι-
καιωμάτων σύνταξης που έχει αποκτήσει στις Κοινότη-
τες.
2. Η αίτηση μεταφοράς συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων
διαβιβάζεται από τη Διοίκηση της Ευρωπαϊκής ΄Ενωσης
στον ή στους αρμόδιους ελληνικούς φορείς κοινωνικής
ασφάλισης, μέσω του Οργανισμού Σύνδεσης.
3. Ως Οργανισμοί Σύνδεσης, ορίζονται οι φορείς που
προβλέπονται από τις διατάξεις του άρθρου 12 του ν.
2592/1998.
4. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Οι-
κονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας και Εργα-
σίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, καθορίζεται ο τρόπος
μετατροπής του ασφαλιστικού στατιστικού ισοδυνάμου
της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού σε συντάξιμα έτη,
καθώς και κάθε άλλη λεπτομέρεια για την εφαρμογή των
διατάξεων των προηγούμενων παραγράφων.
5. Οι διατάξεις του γ΄ εδαφίου της παραγράφου 3 του
άρθρου 10 του ν. 2592/1998 (ΦΕΚ 57 Α΄), τροποποιού-
νται ως εξής:
«Ο ενδιαφερόμενος από την ημερομηνία που φέρει το
εν λόγω έγγραφο κοινοποίησης πρέπει σε προθεσμία εί-
κοσι τεσσάρων (24) μηνών να δηλώσει εγγράφως στον
ελληνικό φορέα κοινωνικής ασφάλισης, μέσω της Διοί-
κησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εάν αποδέχεται τη με-
ταφορά του αναλογιστικού ισοδυνάμου από το Ελληνικό
Σύστημα στο Σύστημα Συνταξιοδότησης των υπαλλήλων
της Ευρωπαϊκής ΄Ενωσης.»
6.α. Οι διατάξεις της παραγράφου 5 του άρθρου 11 του
ν. 2592/1998, αντικαθίστανται από 1.5.2004 ως εξής:
«5. Ο Οργανισμός Σύνδεσης κατά την πραγματική με-
ταφορά του αναλογιστικού ισοδυνάμου, σύμφωνα με τις
διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 10 του παρό-
ντος νόμου, βεβαιώνει τόσο τη Διοίκηση της Ευρωπαϊ-
κής ΄Ενωσης όσο και τον ενδιαφερόμενο ότι το μεταφε-
ρόμενο ποσό αποτελεί το αναλογιστικό ισοδύναμο των
συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων που οφείλονται κατά την
ημερομηνία υποβολής της αίτησης στη Διοίκηση της Ευ-
ρωπαϊκής ΄Ενωσης από τους ελληνικούς φορείς κοινω-
νικής ασφάλισης, στους οποίους είχε υπαχθεί ο υπάλλη-
λος πριν από την είσοδό του στην υπηρεσία της Ευρω-
παϊκής Ένωσης και ότι είναι απαλλαγμένο από κάθε εί-
δους φόρο ή κράτηση.»
β. Το ποσό του αναλογιστικού ισοδυνάμου το οποίο υ-
πολογίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 11
του ν. 2592/1998, μεταφέρεται στο Συνταξιοδοτικό Σύ-
στημα των Υπαλλήλων της Ευρωπαϊκής Ένωσης με ανα-
γωγή του στο χρόνο της πραγματικής μεταφοράς του,
βάσει του επιτοκίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπε-
ζας, όπως αυτό ισχύει κάθε φορά. Ως χρόνος πραγματι-
κής μεταφοράς νοείται η εξηκοστή (60ή) ημέρα, από την
ημερομηνία περιέλευσης της δήλωσης αποδοχής του εν-
διαφερομένου στον Οργανισμό Σύνδεσης. Εάν η πραγ-
ματική μεταφορά διενεργηθεί μετά την 60ή ημέρα, ο Ορ-
γανισμός Σύνδεσης, μετά από ενημέρωσή του, πρέπει να
υπολογίσει και μεταφέρει το επιπλέον ποσό.
Η κατά τα ανωτέρω αναγωγή διενεργείται από τον οι-
κείο Οργανισμό Σύνδεσης και προκειμένου για περιπτώ-
σεις που αφορούν ασφαλιστικά δικαιώματα κύριας σύ-
νταξης και εμπίπτουν στην αρμοδιότητα του Γενικού Λο-
γιστηρίου του Κράτους, από τις Διευθύνσεις Ελέγχου
και Εντολής Πληρωμής της Υπηρεσίας Συντάξεων, κατά
περίπτωση.
γ. Ως χρόνος πραγματικής μεταφοράς:
i. για ποσά αναλογιστικού ισοδυνάμου που έχουν ήδη
μεταφερθεί στο συνταξιοδοτικό σύστημα των υπαλλή-
λων της Ευρωπαϊκής ΄Ενωσης μέχρι την ημερομηνία ι-
σχύος του νόμου αυτού, νοείται η εξηκοστή (60ή) ημέρα
από την ημερομηνία της περιέλευσης στον Οργανισμό
Σύνδεσης της έγγραφης γνωστοποίησης της περίπτω-
σης από την αρμόδια Υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης
ή της σχετικής αίτησης του ενδιαφερομένου και
ii. για δηλώσεις αποδοχής που έχουν περιέλθει στον
Οργανισμό Σύνδεσης πριν από την ημερομηνία ισχύος
του νόμου αυτού και εκκρεμούν σε οποιοδήποτε στάδιο,
νοείται η εξηκοστή (60ή) ημέρα από την ημερομηνία ι-
σχύος του νόμου αυτού.
δ. Οι διατάξεις της παραγράφου αυτής ισχύουν για ό-
σες αιτήσεις μεταφοράς συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων
από το ελληνικό συνταξιοδοτικό σύστημα στο σύστημα
συνταξιοδότησης των υπαλλήλων της Ευρωπαϊκής Ένω-
σης, έχουν υποβληθεί από 1.5.2004 και μετά.
Άρθρο 19
Έκταση εφαρμογής
Οι διατάξεις των προηγούμενων άρθρων κατά το μέ-
ρος που αφορούν τους υπαγομένους στο ασφαλιστικό-
συνταξιοδοτικό καθεστώς του Δημοσίου, εφαρμόζονται
αναλόγως και για τους υπαλλήλους των Ο.Τ.Α. και των
άλλων Ν.Π.Δ.Δ. που διέπονται από το ίδιο με τους δημό-
σιους υπαλλήλους συνταξιοδοτικό καθεστώς είτε οι συ-
ντάξεις τους βαρύνουν το Δημόσιο είτε τους οικείους
φορείς, καθώς και για το προσωπικό του Οργανισμού Σι-
δηροδρόμων Ελλάδος και των υπαλλήλων των ασφαλι-
στικών Ταμείων του προσωπικού των Σιδηροδρομικών
Δικτύων, που διέπονται από το καθεστώς του ν.δ.
3395/1955 (ΦΕΚ 276 Α΄).
Άρθρο 20
1. Συνταξιοδοτικά δικαιώματα στελεχών των Ενόπλων
Δυνάμεων, των Σωμάτων Ασφαλείας και του Πυροσβε-
στικού Σώματος που έχουν θεμελιωθεί ή θεμελιώνονται
μέχρι και την 31η Δεκεμβρίου 2010 δεν θίγονται από την
παραμονή τους στην υπηρεσία μετά την ημερομηνία αυ-
τή και τυχόν συνταξιοδοτικές μεταβολές στη διάρκεια
αυτής δεν επηρεάζουν τις προϋποθέσεις συνταξιοδότη-
σής τους, τον τρόπο υπολογισμού, καθώς και το χρόνο
έναρξης καταβολής της σύνταξής τους.
2. Για τα στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων, των Σωμά-
των Ασφαλείας και του Πυροσβεστικού Σώματος που θε-
μελιώνουν, σύμφωνα με τις υφιστάμενες μέχρι τη θέση
σε ισχύ του παρόντος νόμου διατάξεις, συνταξιοδοτικό
δικαίωμα εντός του έτους 2011, η υποχρέωση συντάξι-
μης υπηρεσίας αυξάνεται κατά ενάμισι (1 ½) επιπλέον έ-
τος. Για όσους θεμελιώνουν συνταξιοδοτικό δικαίωμα το
έτος 2012 η υποχρέωση συντάξιμης υπηρεσίας αυξάνε-
ται κατά τρία (3) επιπλέον έτη. Για όσους θεμελιώνουν
συνταξιοδοτικό δικαίωμα το έτος 2013, η υποχρέωση
συντάξιμης υπηρεσίας αυξάνεται κατά τεσσεράμισι (4 ½)
επιπλέον έτη και για όσους θεμελιώνουν συνταξιοδοτικό
δικαίωμα το έτος 2014, η υποχρέωση συντάξιμης υπηρε-
σίας αυξάνεται κατά έξι (6) επιπλέον έτη.
3. Για όσους θεμελιώνουν συνταξιοδοτικό δικαίωμα
μέχρι 31.12.2014, ο τρόπος υπολογισμού της σύνταξης,
ως προς τις κατηγορίες προσωπικού των παραγράφων 1
και 2, ρυθμίζεται σύμφωνα με τις ισχύουσες μέχρι τη θέ-
ση σε ισχύ του παρόντος νόμου διατάξεις του άρθρου 42
του Κώδικα Πολιτικών και Στρατιωτικών Συντάξεων (π.δ.
169/2007) και του άρθρου 1 του ν. 3029/2002. Για όσους
θεμελιώνουν δικαίωμα σύνταξης από 1.1.2015 και μετά,
η σύνταξή τους υπολογίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις
των άρθρων 3 και 4 του νόμου αυτού.
4. Για τα στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων, των Σωμά-
των Ασφαλείας και του Πυροσβεστικού Σώματος που
δεν υπάγονται στις διατάξεις των παραγράφων 1 και 2
και θεμελιώνουν δικαίωμα σύνταξης από 1.1.2015 και
μετά, δικαιούνται σύνταξη, εφόσον έχουν συμπληρώσει
το εξηκοστό (60ό) έτος της ηλικίας τους ή σαράντα (40)
έτη συντάξιμης υπηρεσίας, στα οποία συνυπολογίζονται
αθροιστικά:
α. Ο χρόνος πραγματικής συντάξιμης υπηρεσίας, όπως
αυτός προσδιορίζεται στις διατάξεις του Κώδικα Πολιτι-
κών και Στρατιωτικών Συντάξεων (π.δ. 169/2007), όπως
ισχύει σήμερα.
β. Ο χρόνος συντάξιμης υπηρεσίας που λογίζεται αυ-
ξημένος στο διπλάσιο ή τριπλάσιο μέχρι πέντε (5) έτη, ό-
πως προσδιορίζεται στο άρθρο 40 του Κώδικα Πολιτικών
και Στρατιωτικών Συντάξεων (π.δ. 169/2007), όπως ισχύ-
ει σήμερα.
γ. Ο χρόνος διαδοχικής ασφάλισης που αναγνωρίζεται
ως συντάξιμος σύμφωνα με την παράγραφο 10 του άρ-
θρου 4 του νόμου αυτού.
5. Για τα στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων, των Σωμά-
των Ασφαλείας και του Πυροσβεστικού Σώματος που
δεν υπάγονται στις παραγράφους 1 και 2 και απομακρύ-
νονται αυτεπαγγέλτως, εκτός των περιπτώσεων επιβο-
λής καταστατικής ποινής που συνεπάγεται απώλεια του
δικαιώματος καταβολής σύνταξης, η σύνταξη καταβάλ-
λεται με τη συμπλήρωση του χρόνου που αντιστοιχεί
στα τριάντα πέντε (35) έτη πραγματικής υπηρεσίας ή με
τη συμπλήρωση του εξηκοστού (60ού) έτους της ηλι-
κίας.
6. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 41
του Κώδικα Πολιτικών και Στρατιωτικών Συντάξεων (π.δ.
169/2007) τροποποιείται ως εξής: «Ο διπλασιασμός ή
τριπλασιασμός του συντάξιμου χρόνου των στρατιωτι-
κών της παραγράφου 1 γίνεται μόνον εφόσον αυτοί συ-
μπλήρωσαν είκοσι πέντε (25) έτη πραγματικής στρατιω-
τικής υπηρεσίας.»
Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 9 του άρθρου 41
του Κώδικα Πολιτικών και Στρατιωτικών Συντάξεων (π.δ.
169/2007) τροποποιείται ως εξής: «Ο διπλασιασμός του
συντάξιμου χρόνου των στρατιωτικών που αναφέρονται
στο προηγούμενο εδάφιο γίνεται μόνον εφόσον αυτοί
συμπλήρωσαν πραγματική στρατιωτική υπηρεσία είκοσι
πέντε (25) ετών.»
7. To δικαίωμα ανάκλησης της αίτησης παραίτησης,
λόγω συνταξιοδότησης, που προβλέπεται στις διατάξεις
της παραγράφου 8 του άρθρου μόνου του ν.3847/2010
(ΦΕΚ 67 Α΄) παρέχεται για ένα (1) μήνα από τη δημοσί-
ευση του παρόντος νόμου.
Άρθρο 21
1. Ο χρόνος υπηρεσίας των Εθελοντών Μακράς Θητεί-
ας (ΕΜΘ) του ν. 1848/1989 (ΦΕΚ 112 Α΄) που διανύθηκε
στις Ένοπλες Δυνάμεις με την ιδιότητα του Οπλίτη Πε-
νταετούς Υποχρέωσης (ΟΠΥ) ή του Εθελοντή Πενταε-
τούς Υποχρέωσης (ΕΠΥ), καθώς και ο χρόνος υπηρεσίας
των ανακαταταγμένων Εφέδρων Αξιωματικών Μακράς
Διάρκειας, οι οποίοι ανανέωσαν την παραμονή τους στο
Στράτευμα με βάση τις διατάξεις του ν. 1680/1987 (ΦΕΚ
7 Α΄), και για τον οποίο ασφαλίσθηκαν στο ΙΚΑ - ΕΤΑΜ
και ΕΤΕΑΜ, αναγνωρίζεται ως χρόνος πραγματικής συ-
ντάξιμης υπηρεσίας. Οι διατάξεις του προηγούμενου ε-
δαφίου έχουν εφαρμογή και για όσους υπηρέτησαν ως
ΟΠΥ ή ΕΠΥ, οι οποίοι μετά την απομάκρυνση τους από
τις θέσεις αυτές κατατάχθηκαν στα Σώματα Ασφαλείας
ή το Πυροσβεστικό Σώμα ή διορίστηκαν στο Δημόσιο. Η
αναγνώριση γίνεται μετά από αίτηση των ενδιαφερομέ-
νων, με πράξη της αρμόδιας Διεύθυνσης Συντάξεων του
Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους. Οι ασφαλιστικές ει-
σφορές για κύρια και επικουρική σύνταξη (εργοδότη και
ασφαλισμένου) που έχουν καταβληθεί στο ΙΚΑ - ΕΤΑΜ
και ΕΤΕΑΜ για το παραπάνω χρονικό διάστημα αποδίδο-
νται στο Δημόσιο εντός εξαμήνου από την κοινοποίηση
σε αυτά της σχετικής πράξης αναγνώρισης.
2. Οι έφεδροι εξ εφέδρων Αξιωματικοί του άρθρου 53
του ν. 833/1937 (ΦΕΚ 351 Α΄) ασφαλίζονται στο Δημόσιο
και αποκτούν δικαίωμα σύνταξης με τους ίδιους όρους
και προϋποθέσεις που αποκτούν δικαίωμα σύνταξης και
οι μόνιμοι Αξιωματικοί, ανεξαρτήτως του χρόνου κατά-
ταξής τους στις Ένοπλες Δυνάμεις. Ο χρόνος ασφάλι-
σής τους, κατά το διάστημα που είχαν τη στρατιωτική ι-
διότητα, σε άλλα Ταμεία πλην εκείνων των Ενόπλων Δυ-
νάμεων λογίζεται ως χρόνος πραγματικής συντάξιμης
δημόσιας υπηρεσίας.
3. Τα πρόσωπα του άρθρου 7 του ν. 2084/1992 (ΦΕΚ
165 Α΄) ασφαλίζονται υποχρεωτικά στο Δημόσιο από
την κατάταξή τους ως στρατιωτικοί και προαιρετικά σε
άλλους ασφαλιστικούς φορείς συναφείς με την απόκτη-
ση νέας ιδιότητας, χωρίς χρονικό περιορισμό, με υποβο-
λή σχετικής δήλωσης και καταβολής σε αυτούς του συ-
νόλου των εισφορών από τους ασφαλισμένους. Τυχόν
εισφορές που παρακρατήθηκαν υπέρ των εν λόγω ασφα-
λιστικών φορέων για χρόνο που συμπίπτει με το χρόνο
ασφάλισης στο Δημόσιο συμψηφίζονται με τις εισφορές
όσων επιλέξουν την προαιρετική ασφάλιση στους φο-
ρείς αυτούς.
4. Οι διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων έ-
χουν εφαρμογή και για όσους έχουν ήδη εξέλθει της υ-
πηρεσίας μέχρι την ισχύ του νόμου αυτού, καθώς και για
τις οικογένειες αυτών που έχουν αποβιώσει, τα δε οικο-
νομικά αποτελέσματα αρχίζουν από την πρώτη του επό-
μενου της υποβολής της αίτησης μήνα.
Άρθρο 22
1. Το εδάφιο α΄ της περίπτωσης ιβ΄ της παραγράφου 1
του άρθρου 37 του Κώδικα Πολιτικών και Στρατιωτικών
Συντάξεων αντικαθίσταται ως εξής:
«Ο ελάχιστος χρόνος σπουδών στελεχών των Ενό-
πλων Δυνάμεων, των Σωμάτων Ασφαλείας και του Πυρο-
σβεστικού Σώματος, ανεξαρτήτως του χρόνου κατάτα-
ξής τους, για την απόκτηση ενός πτυχίου σχολής Ανώτα-
του Εκπαιδευτικού Ιδρύματος της ημεδαπής ή της αλλο-
δαπής, εφόσον αυτός δεν λογίζεται ως συντάξιμος σύμ-
φωνα με άλλες διατάξεις. Για τον υπολογισμό του χρό-
νου θεμελίωσης συνταξιοδοτικού δικαιώματος των πα-
ραγράφων 2 και 3 του άρθρου 20 του παρόντος νόμου
προσμετράται και ο ανωτέρω χρόνος σπουδών.»
2. Στο άρθρο 40 του Κώδικα Πολιτικών και Στρατιωτι-
κών Συντάξεων (π.δ. 169/2007, ΦΕΚ 210 Α΄) προστίθεται
παράγραφος 7 ως εξής:
«7. Ο επανακαθορισμός των μονάδων και υπηρεσιών
που αναφέρονται στις παραγράφους 5 και 6 του παρό-
ντος άρθρου, στις οποίες λογίζεται αυξημένος στο δι-
πλάσιο και ως τέτοιος πραγματικής συντάξιμης υπηρε-
σίας ο χρόνος υπηρεσίας που διανύθηκε σε αυτές, γίνε-
ται με ειδικό νόμο, σύμφωνα με το τελευταίο εδάφιο της
παρ. 2 του άρθρου 73 του Συντάγματος.»
3. Προκειμένου για τα στελέχη των Σωμάτων Ασφα-
λείας και του Πυροσβεστικού Σώματος, ο χρόνος υπηρε-
σίας των πέντε (5) ετών που λογίζεται αυξημένος στο δι-
πλάσιο, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 40 του
Κώδικα Πολιτικών και Στρατιωτικών Συντάξεων (π.δ.
169/2007, (ΦΕΚ 210 Α΄), αναγνωρίζεται ως συντάξιμος
με καταβολή του συνόλου των ασφαλιστικών εισφορών
ασφαλισμένου και εργοδότη, από τους ενδιαφερομέ-
νους. Οι εισφορές αυτές υπολογίζονται επί της εκάστο-
τε αποζημίωσης που λαμβάνουν για εργασία πέραν του
πενθημέρου, σύμφωνα με τις διατάξεις της περίπτωσης
ΣΤ’ του άρθρου 55 του ν. 1249/1982 ΦΕΚ 43 Α΄) και πα-
ρακρατούνται κατά το χρόνο καταβολής της αποζημίω-
σης, κατ' ανώτατο όριο για μία πενταετία.
4. Ο συντάξιμος χρόνος του ένστολου προσωπικού
των Ενόπλων Δυνάμεων, των Σωμάτων Ασφαλείας και
του Πυροσβεστικού Σώματος που έχει καταταγεί μέχρι
την 31.12.1995 και θεμελιώνει δικαίωμα σύνταξης από
την 1.1.2015 και μετά προσαυξάνεται κατά τρία (3) έτη,
με την καταβολή της προβλεπόμενης, από τις διατάξεις
του άρθρου 59 του π.δ. 169/2007, εισφοράς για τη συ-
μπλήρωση σαράντα (40) ετών συντάξιμης υπηρεσίας
.

Άρθρο 23
Έναρξη ισχύος
Η ισχύς του νόμου αυτού αρχίζει από τη δημοσίευσή
του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός αν διαφορε-
τικά ορίζεται στις επί μέρους διατάξεις.
Αθήνα, 2010
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΒΟΥΛΗΣ
ΦΙΛΙΠΠΟΣ ΠΕΤΣΑΛΝΙΚΟΣ
Ο ΓΕΝΙΚΟΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ ΤΗΣ ΒΟΥΛΗΣ O ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟΥ ΕΡΓΟΥ
ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Δ. ΠΑΠΑΪΩΑΝΝΟΥ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Κ. ΘΕΟΔΩΡΟΠΟΥΛΟΣ

Ο συγκεκριμένος νόμος υλοποιεί την κατεδάφιση του ασφαλιστικού συστηματος αλλά και την ισοπέδωση των συνταξιδοτικών μας δικαιωμάτων. Το ΔΣ της ΕΑΠΣ με σοβαρό και συγκροτημένο τρόπο, κινητοποιήθηκε συμβάλοντας ουσιαστικά, στην διαμόρφωση θέσεων και προτάσεων για την μέγιστη δυνατή προστασία των εργασιακών μας δικαιωμάτων που περιλαμβάνονται στα άρθρα 20 εως και 22.

1/8/10

ΤΟ ΜΠΑΧΑΛΟ ΤΗΣ ΠΥΡΟΣΒΕΣΤΙΚΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ

Δηλώσεις γιά τα προβλήματα του Π.Σ. στην εφημερίδα PRESS της 31-7-2010